23 Ιανουαρίου 2016

Το λεξικό του φαντάρου.

Το σημερινό άρθρο αποτελεί το πρώτο μέρος ενός αφιερώματος στον ένδοξο ελληνικό στρατό και πιο συγκεκριμένα, στην αργκό που χρησιμοποιείται για να περιγράψει διαδικασίες και καταστάσεις που συναντάτε όσο υπηρετείτε. Έτσι, αυτοί που θα παρουσιαστούν σύντομα μπορούν να προετοιμαστούν καλύτερα και οι παλιοί να θυμηθούν τις αξέχαστες εμπειρίες που προσφέρει η θητεία

Μπορείτε να αναζητήσετε κάποιο συγκεκριμένο λήμμα πατώντας ταυτόχρονα τα πλήκτρα "Ctrl+F". Στη συνέχεια, στο πεδίο αναζήτησης που θα εμφανιστεί πληκτρολογείτε τον όρο που θέλετε να βρείτε. 


Αγγαρειομάχος: Νεοσύλλεκτος στρατιώτης που με την παρουσίασή του στη μονάδα αναλαμβάνει όλες τις αγγαρείες.

Ακομβίωτος: Ο στρατιώτης που δεν έχει κουμπώσει όλα τα κουμπιά της στολής του. Αποτελεί αίτιο τιμωρίας.

Αλφαμίτης: Ο στρατιώτης που βρίσκεται στην πύλη του στρατοπέδου και έχει ως υπηρεσία να την ανοίγει και να την κλείνει. Τα αρχικά Α.Μ. προέρχονται από το "Άνοιξε Μαλάκα".

Αντικούκου: Υποτιθέμενη ουσία που χορηγείται μέσω εμβολίου ή του φαγητού του στρατιώτη για να καταστείλει την ερωτική επιθυμία κατά τη διάρκεια της θητείας. Αστικός μύθος βεβαίως βεβαίως.

Άνχης: Ο αντισυνταγματάρχης.

Απονεύρωση: Η μετάθεση στον Έβρο.

Αρούρι: Ο νεοσύλλεκτος στρατιώτης.


Αρχιμανδρίτης: Στρατιώτης ή στέλεχος που έχει να ξυριστεί περισσότερες από δύο ημέρες.

Ασκεπής: Ο στρατιώτης που δε φοράει το στρατιωτικό τζόκεϊ. Αποτελεί αίτιο τιμωρίας.

Αφάνταρος: Αυτός που δεν έχει πάει στρατό.

Βιλαμπάχο: Η λάντζα στα μαγειρεία.

Βιλαρίμπα: Ομοίως.

Βύσμα: Στρατιώτης που έχει μέσο.

Γαμωσείρης: Στρατιώτης που αποφεύγει υπηρεσίες και αγγαρείες με αποτέλεσμα να τις επωμίζονται άλλοι.


ΓΕΠ: Γραφείο Έρευνας και Πληροφορικής ή Γραφείο Εξάσκησης Προ.

Γερμανικό: Η υπηρεσία τις νυχτερινές ώρες 2-4.

Γιωτάς: Στρατιώτης που δεν μπορεί να δέσει ούτε τα κορδόνια των αρβυλών του. 

Γιωτόμπαλο: Ομοίως.

Γιωτοπάπουτσο: Αθλητικό παπούτσι άσπρου χρώματος που σου παρέχει ο Ελληνικός Στρατός. Το φορούν συνήθως νεοσύλλεκτοι όταν μετά από παρατεταμένη χρήση των αρβυλών πονούν τα ποδαράκια τους.

Γκατζολία: Ο νομός Έβρου.

Γκατζολόπτερο: Είδος κουνουπιού που ευδοκιμεί στον Έβρο και μπορεί να σας τσιμπήσει ακόμα και αν φοράτε τη στολή του Iron Man.


Γκοτζίλα: Κονσέρβα που περιέχει κρέας αμφιβόλου ποιότητας και φημολογείται ότι προέρχεται από κατεψυγμένους δεινόσαυρους που βρέθηκαν στις παρυφές του Ολύμπου.

Γόπινγκ: Το ευγενές σπορ του μαζέματος των αποτσίγαρων όλου του στρατοπέδου. Στην αρχαία Ελλάδα ήταν Ολυμπιακό άθλημα. Εξάλλου, όταν εμείς καπνίζαμε Marlboro οι άλλοι κάπνιζαν βελανίδια.

ΔΕΑ: Ο δόκιμος αξιωματικός. Ο όρος προέρχεται από το "Δεν Είμαι Αξιωματικός" ή το "Δες Ένα Αρχίδι".

Δεν προλαβαίνω, απολύομαι: Έκφραση που χρησιμοποιείται από στρατιώτες που κοντεύουν να απολυθούν όταν τους ανατεθεί μια αγγαρεία που προτρέπει το εκάστοτε στέλεχος να βρει κάποιον αντικαταστάτη.

Δίκας: Ο διοικητής.

ΔΝ: Η διανυκτέρευση στην οικία σου.

Εβρολίγκα: Η μετάθεση στον Έβρο.


Εμπλοκή: Κατάσταση κατά την οποία έχεις να δεις το σπίτι σου από τότε που το Alter διαφήμιζε αριστουργήματα της Λένας Μαντά.

ΕΠΟΠ: Επαγγελματίας Οπλίτης ή Επειδή Πείνασα Ορκίστηκα Πάλι.

Ε.Σ.: Ελληνικός Στρατός.

Θαλαμοdog: Ο στρατιώτης που εκτελεί χρέη θαλαμοφύλακα.

Καναδέζα: Στρατιωτικό όχημα.

Κάππα: Η κράτηση, δηλαδή η στέρηση εξόδου, που σου απαγορεύει να φύγεις από το στρατόπεδο. 

ΚΕΔΒ: Κέντρο Εκπαίδευσης Διαβιβαστών ή Κέντρο Εκπαίδευσης Δυνατών Βυσμάτων.


ΚΕΠΙΚ: Το Κέντρο Επικοινωνίας ή αλλιώς Κέντρο Επεξεργασίας Ινδικής Κάνναβης.

Κ.Σ.: Και σήμερα. Χρησιμοποιείται για να μετρήσει τις μέρες που απομένουν για να απολυθεί κάποιος.

Λελέτζα: Εφαρμογή στο κινητό που παρουσιάζει πόσες ημέρες θητείας σας απομένουν μαζί με διάφορα άλλα στατιστικά, καθώς και το εικονικό αξίωμα που έχετε τη δεδομένη χρονική στιγμή.

Λελεδόνια: Είδος αποδημητικού πουλιού που το ακούν μόνο οι στρατιώτες που απολύονται.

Λελέμβριος: Ο μήνας απόλυσης ενός στρατιώτη.

Λελέφαντας: Είδος θηλαστικού που το πατήματά του ακούν μόνο οι στρατιώτες που απολύονται.

Μαντραπήδα: Έξοδος από το στρατόπεδο χωρίς την απαραίτητη άδεια.


ΜΑΦ: Μοίρα Άμυνας Φρούρησης ή Μοίρα Άυπνων Φαντάρων.

Μία μία: Ορίζει το πόσο συχνά βγαίνετε εξοδούχοι βάση των υπηρεσιών. Όταν η υπηρεσία πηγαίνει μία μία σημαίνει ότι τη μια ημέρα κάνετε υπηρεσία και την άλλη βγαίνετε εξοδούχοι.

ΜΣΒ: Μοίρα Συντήρησης Βάσης ή Μοίρα Σαδιστών Βασανιστών.

Μπιγκ μπράδερ: Στρατιώτης ή στέλεχος που έχει υπηρεσία στις κάμερες του στρατοπέδου.

Μπιφτέκι: Η παράταση της υπηρεσίας που κάνει κάποιος στρατιώτης επειδή ο συνάδελφός του κωλυσιεργεί.

Μπυρ και κίνηση: Η έξοδος στρατιωτών μέχρι τις 11 το βράδυ που συνοδεύεται από κατανάλωση γενναίας ποσότητας μπύρας.

Νεκροτάμπελο: Η στρατιωτική μεταλλική ταυτότητα που φοριέται στο λαιμό του στρατιώτη.


Νέοπαρντ: Ο νεοσύλλεκτος στα τεθωρακισμένα. Ο όρος προέρχεται από το τανκ Leopard.

Νιούφις: Ο νεοσύλλεκτος στρατιώτης. Ο όρος προέρχεται από το "new fish".

Οπλοβαστός: Κυριολεκτικά, είναι το σιδερένιο κιβώτιο που εναποθέτουν οι στρατιώτες τα όπλα τους όταν δεν έχουν υπηρεσία. Μεταφορικά, χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα εσώρουχα των στρατιωτών.

Πε και παι: Πέσε και παίρνε κάμψεις. Στρατιωτικό καψώνι.

Πήξιμο: Δυσάρεστη ψυχολογική κατάσταση κατά την οποία ο στρατιώτης εκτελεί συνεχώς υπηρεσίες ή αγγαρείες με αποτέλεσμα να μην ξεκουράζεται.

Πήξελ: Μονάδα μέτρησης του πηξίματος. Υπάρχουν megaπήξελ και gigaπήξελ.

Πολιτικό προσωπικό: Δημόσιοι υπάλληλοι που εργάζονται για το στρατό και έχουν βοηθητικό ρόλο. Το οχτάωρό τους περιλαμβάνει επίπονες εργασίες όπως: ύπνος, παρακολούθηση τηλεόρασης, καφέδες, βόλτες κτλ. 

Πολύπριζο: Ο στρατιώτης που στο τέλος της θητείας του έχει 120 ημέρες άδειας αντί για 18.

Πούστης με γύφτο: Κοτόπουλο με πατάτες.

Πούστης με Κινέζο: Κοτόπουλο με ρύζι.

Πρίζον μπρέικ: Η άδεια.

Προβλεπέ: Η προβλεπόμενη διαδικασία που ορίζει ο στρατιωτικός κανονισμός για οποιαδήποτε πράξη ή κατάσταση.

Πύλινγκ: Η σκοπιά στην πύλη.

Ρακαλάκι: Φορητός ασύρματος που χρησιμοποιεί ο στρατός.


Ροζαλία: Το απολυτήριο.

ΣΕΞ: Η ποινή της στέρησης εξόδου. 

Σκατό: Διαδικασία κατά την οποία κάποιος ανώτερός σας, συνήθως ο διοικητής, σας κατσαδιάζει like there is no tomorrow.

Σκατοφύλακας: Η υπηρεσία του τουαλετοφύλακα.

Σκάτμαν: Ομοίως.

Σκοπάνθρωπος: Στρατιώτης που φυλάει συνεχώς σκοπιά παρά την υποτιθέμενη κυκλική κατανομή των υπηρεσιών.

Σκοπέτο: Η σκοπιά.


Στέλεχος: Αξιωματικός ή υπαξιωματικός του ελληνικού στρατού. 

ΣΤΡ ΠΖ: Στρατιώτης Πεζικού. Προφέρεται "στριπτιζού".

Σχης: Ο συνταγματάρχης.

Ταψίαρχος: Στρατιώτης που του έχει ανατεθεί το καθάρισμα των ταψιών στα μαγειρεία.

Το πλοίο της αγάπης: Το σκουπιδιάρικο που περνά συγκεκριμένες μέρες της εβδομάδος για την αποκομιδή των απορριμμάτων του στρατοπέδου.

Τον μπούλο αρμ: Παραλλαγή στρατιωτικού παραγγέλματος που περιγράφει μια δυσάρεστη κατάσταση.

Υπηρεσιακό ninja: Τα υπηρεσιακά σημειώματα που διαρκούν πολύ παραπάνω από τις δύο ώρες που προβλέπει ο κανονισμός.


Υπόδικας: Ο υποδιοικητής.

Φι: Η ποινή της φυλάκισης. Αν έχετε αριθμό φυλακών πάνω από ένα συγκεκριμένο όριο τις υπηρετείτε ως επιπρόσθετες ημέρες θητείας. 

Φίδι: Στρατιώτης που προσπαθεί να αποφύγει οποιαδήποτε εργασία-αγγαρεία που του ανατίθεται.

Φίλινγκ: Το μάζεμα των φύλλων.

Ψαράς: Ο νεοσύλλεκτος στρατιώτης.

Χώστης: Στέλεχος ή και στρατιώτης που αγγαρεύει συνεχώς άλλους στρατιώτες.

Μπορείτε να διαβάσετε το δεύτερο μέρος του αφιερώματος στον ελληνικό στρατό σχετικά με τις κατηγορίες φαντάρων εδώ. Αν σας άρεσε το άρθρο ή θέλετε να προσθέσετε κάποιο δικό σας
λήμμα που πιθανόν παραλείψαμε, αφήστε κάποιο σχόλιο παρακάτω. 

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια, κριτική, κοπλιμέντα, αφορισμοί, μπινελίκια, δωροδοκίες και ό,τι άλλο θέλετε.