7 Ιανουαρίου 2017

Ύπνος και υγεία.

Η πρόοδος στην επιστημονική έρευνα συνήθως επέρχεται ως αποτέλεσμα βελτιωμένων τεχνικών μέτρησης κάποιου μεγέθους. Η  έρευνα για τον ύπνο δεν αποτελεί εξαίρεση. Το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (ΗΕΓ) είναι μια μέθοδος μέσω της οποίας καταγράφεται το συνολικό ποσό των ηλεκτρικών δυναμικών των κυττάρων και των ινών σε μία συγκεκριμένη περιοχή του εγκεφάλου. Αυτό που προσφέρει ουσιαστικά στους ερευνητές του εγκεφάλου είναι ένας αντικειμενικός τρόπος να καθορίσουν αν ένα άτομο είναι ξύπνιο ή κοιμάται, χωρίς να βασίζονται στα όσα το ίδιο αναφέρει.

6 Ιανουαρίου 2017

Οι ευεργετικές επιδράσεις της μουσικής.

Μεγάλος αριθμός ερευνών υποδεικνύει ότι η μουσική επηρεάζει τα συναισθήματά μας και επιδρά στη διάθεσή μας. Σε διάφορες χώρες, χρησιμοποιώντας τη μουσική, επιστήμονες διευκολύνουν την αναισθησία κατά τη διάρκεια τοκετού, μειώνουν το άγχος και τη δυσφορία κατά τη διάρκεια χειρουργικών επεμβάσεων, ανακουφίζουν ασθενείς από το άγχος και την κατάθλιψη που βρίσκονται σε μονάδες εντατικής θεραπείας και προάγουν την ανάρρωση από καρδιακά επεισόδια. Επίσης, έχει αποδειχθεί ότι ακούγοντας διάφορα είδη μουσικής μπορεί να μειωθούν τα επίπεδα των ορμονών που σχετίζονται με το στρες, όπως η κορτιζόλη, η αδρεναλίνη και η νοραδρεναλίνη και να αυξηθούν τα επίπεδα μιας ισχυρής αντιυπερτασικής ορμόνης (κολπικό νατριουρητικό πεπτίδιο) που συνδέεται με τη λειτουργία της καρδιάς.

Η μουσική είναι ένα σύνθετο είδος τέχνης, που περιλαμβάνει πολλά στοιχεία, όπως στίχους, μελωδία, ρυθμό. Υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια σε κάθε πολιτισμό και από βρέφη οι άνθρωποι ανταποκρίνονται σε αυτήν χωρίς κάποια εκπαίδευση. Οι μητέρες σε όλον τον κόσμο τραγουδούν στα βρέφη τους, επειδή τις καταλαβαίνουν. Φαίνεται, κατά κάποιον τρόπο, ότι η μουσική είναι μέρος της βιολογικής μας κληρονομιάς. Συγχρόνως, όμως, εξαρτάται κι από τα ακούσματά μας, το περιβάλλον μας, με αποτέλεσμα να μην αρέσει σε όλους τους ανθρώπους το ίδιο είδος μουσικής. Συνήθως, το είδος της μουσικής με γρήγορο ρυθμό, αυξάνει τους καρδιακούς παλμούς και την αρτηριακή πίεση, ενώ η μουσική με βραδείς ρυθμούς προκαλεί τα αντίθετα αποτελέσματα. Ωστόσο, γενικότερα, όταν κάποιος ακούει το είδος της μουσικής που του αρέσει, ενεργοποιούνται οι ίδιες περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την απόλαυση της τροφής και του σεξ.

Για τους λόγους αυτούς, επιστήμονες της βιολογίας και της συμπεριφοράς προσπάθησαν να ερευνήσουν και να εξηγήσουν το ρόλο της μουσικής στη λειτουργία του εγκεφάλου και, γενικότερα, στη συμπεριφορά μας και στη ζωή μας. Η σύνθετη αναπαράσταση της μουσικής στον εγκέφαλο του ανθρώπου είναι δύσκολο να μελετηθεί. Ειδικοί έχουν ανακαλύψει ότι συγκεκριμένα κύτταρα και νευρώνες στο δεξί ημισφαίριο ανταποκρίνονται περισσότερο στη μελωδία παρά στους στίχους ενός τραγουδιού. Οι νευρώνες, επίσης, μαθαίνουν να δίνουν προτεραιότητα σε ορισμένους ήχους. Όταν ένας ήχος καθίσταται σημαντικός για κάποιον, επειδή, για παράδειγμα, προμηνύει ότι θα φάει, η αντίδραση των κυττάρων σε αυτόν τον ήχο αυξάνεται. Η λειτουργία αυτή των νευρώνων εξηγεί,  παράλληλα, γιατί το άκουσμα κάποιων τραγουδιών μας ωθεί να ανακαλέσουμε καταστάσεις και πρόσωπα. Αυτό το εύρημα, προκαλεί επανάσταση στη θεώρηση της οργάνωσης του εγκεφάλου, υποδεικνύοντας μας ότι η μάθηση ίσως δεν είναι μια τόσο "υψηλή" νοητική λειτουργία αλλά απλώς συμβαίνει στα αισθητήρια συστήματά μας. 

Η μουσική μπορεί να έχει μακροπρόθεσμη επίδραση στον εγκέφαλο, όταν συνοδεύεται από εξάσκηση και χρόνο. Ευρήματα προτείνουν ότι η μακροπρόθεσμη εμπλοκή κάποιου στη μουσική μπορεί να του  προσφέρει γνωστικές ανταμοιβές, όπως γλωσσικές ικανότητες, ικανότητες λογικής και δημιουργικότητας, και να βελτιώσει με αυτόν τον τρόπο την κοινωνική προσαρμογή του. Με άλλα λόγια, η μουσική γυμνάζει το μυαλό. Παίζοντας ένα μουσικό όργανο, για παράδειγμα, συμμετέχουν η όραση, η ακοή, η αφή, συντονισμός των κινήσεων, συναισθήματα, ερμηνεία συμβόλων, κι όλα αυτά ενεργοποιούν διαφορετικά συστήματα του εγκεφάλου. Αυτός, ίσως, να είναι και ο λόγος που  κάποιοι ασθενείς που πάσχουν από τη νόσο του Alzheimer είναι σε θέση να παρουσιάσουν μουσική (είτε να παίξουν είτε να τραγουδήσουν), πολύ καιρό μετά την περίοδο που δεν θυμούνται άλλες βασικές πληροφορίες σχετικά με τη ζωή τους. 

Η μουσική, επομένως, συνδέεται άρρηκτα και με το ανθρώπινο σώμα. Παραδοσιακά, σε όλους τους πολιτισμούς, οι αγροτικές, και όχι μόνο, εργασίες, που απαιτούσαν σωματική επαναλαμβανόμενη δραστηριότητα, πολύ συχνά συνοδεύονταν με ρυθμικά τραγούδια χωρίς τη συνοδεία μουσικού οργάνου, που σκοπό είχαν το συγχρονισμό των κινήσεων και την αύξηση της παραγωγικότητας, ενώ ταυτόχρονα μείωναν το αίσθημα της κούρασης και της ανίας. Μεγάλος αριθμός πρόσφατων ερευνών ανέδειξε και πάλι τις ευεργετικές επιδράσεις της μουσικής στην παραγωγικότητα των εργαζομένων. Συγκεκριμένα, η παρουσίαση μουσικών ερεθισμάτων μέσω στερεοφωνικών ακουστικών φαίνεται να βελτιώνει την απόδοση στην εργασία. 

Η μουσική, ολοκληρώνοντας, δημιουργεί στον εγκέφαλο τις απαραίτητες συνδέσεις που μας διευκολύνουν να κάνουμε επαγωγικές ή παραγωγικές συλλογιστικές πορείες, οι οποίες είναι απαραίτητες στις καθημερινές, σχολικές, επαγγελματικές ή ακαδημαϊκές μας υποχρεώσεις. Με τη σωστή χρήση της μουσικής μπορούν να ευνοηθούν ακόμη και μικρά παιδιά, αποκομίζοντας γνωστικά, προσωπικά και κοινωνικά προνόμια. Η μουσική εκπαίδευση ενισχύει μια σειρά από κοινωνικές ή άλλες δεξιότητες, όπως την αυτοπειθαρχία, την αυτοεκτίμηση, τη διάδραση, την επικοινωνία και τη συνεργασία, το συντονισμό, τις νοητικές, τις αναλυτικές και τις ακουστικές δεξιότητες του ατόμου, τη δημιουργικότητα και την προσωπική έκφραση. Φανταστείτε, τέλος, ότι έρευνες έδειξαν πως η εκμάθηση μουσικής από παιδιά μπορεί να τους διευκολύνει ακόμη και στην εκμάθηση ξένων γλωσσών.

Συμπερασματικά, αν συνειδητοποιήσουμε την έντονη παρουσία της μουσικής στην καθημερινότητά μας, θα μπορέσουμε να εκμεταλλευτούμε εποικοδομητικά τις περισσότερες λειτουργίες της και να επωφεληθούμε των θετικών της επιδράσεων. Με την ακρόαση τραγουδιών ή μουσικής που μας συνδέουν με αρνητικές και στενάχωρες καταστάσεις, καταφέρνουμε να εκφράσουμε αρνητικά συναισθήματα, να κλάψουμε, να συγκινηθούμε και να εκδηλώσουμε κρυμμένες σκέψεις. Αυτή η συμπεριφορά είναι υγιής και αναγκαία, όταν δεν καταλαμβάνει μεγάλη περίοδο της ζωής μας. Παράλληλα, έχουμε ανάγκη να ακούσουμε μουσική που μας ευχαριστεί, που μας ενεργοποιεί και μας βοηθά να εξωτερικεύσουμε θετικά συναισθήματα και σκέψεις. Ας είναι, λοιπόν, αυτός ένας ακόμη τρόπος, συν των άλλων που έχουμε προτείνει παλιότερα, να ξεφύγουμε από τις δυσκολίες, τη θλίψη και τον πεσιμισμό που χαρακτηρίζει την εποχή μας.

5 Ιανουαρίου 2017

Τα ψυχολογικά οφέλη του αθλητισμού.

Οι ρυθμοί της καθημερινότητας τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει αρκετά γρήγοροι έχοντας ως αρχικό στόχο τη βελτίωση των βιοτικών συνθηκών μας.  Ο σύγχρονος όμως τρόπος ζωής έχει επιφέρει και πολλά προβλήματα, όπως είναι διάφορα παθολογικά συμπτώματα, διατροφικές και πολλές ψυχικές διαταραχές ή δυσκολίες.  Ένας από τους παράγοντες επικινδυνότητας που συμβάλλει σε αυτά είναι η μη συμμετοχή μας σε αθλητικές δραστηριότητες. Με άλλα λόγια, παρατηρούμε ότι η φυσική άσκηση απουσιάζει σήμερα από τη ζωή μας .

Η φυσική άσκηση ευνοεί σε μεγάλο βαθμό την ψυχική μας υγεία και επηρεάζει τη διάθεσή μας, ανεξάρτητα από την ηλικία μας. Πρωταρχικός στόχος αυτού του άρθρου είναι να παρουσιάσουμε τις ψυχολογικές αυτές επιδράσεις της άσκησης. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να γίνει αναφορά και στα οφέλη από την άποψη της σωματικής υγείας. 

Αρχικά, όταν αναφερόμαστε στον αθλητισμό ή στη φυσική άσκηση, δεν εννοούμε απαραίτητα τους επίλεκτους επαγγελματίες αθλητές. Για να συνειδητοποιήσουμε τα προνόμιά της, αρκεί να εισάγουμε στο πρόγραμμά μας λίγες ώρες την εβδομάδα με γρήγορο περπάτημα, να συμμετέχουμε σε ένα χορευτικό σύλλογο της περιοχής, να κάνουμε ποδήλατο ή να γυμναστούμε στατικά στο σπίτι μας. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να είμαστε σωματικά ενεργοί, χωρίς να μας κοστίσει πολλά χρήματα.

Τα θετικά αποτελέσματα, όσον αφορά στην σωματική μας υγεία, είναι προφανή. Η συστηματική φυσική άσκηση συντελεί στην προαγωγή της υγείας και μειώνει την πιθανότητα εμφάνισης καρδιοαγγειακών νοσημάτων, υπέρτασης, κάποιων μορφών καρκίνου και του σακχαρώδη διαβήτη. Με την άσκηση διατηρούνται υγιή τα οστά, οι μύες και οι αρθρώσεις. Βελτιώνονται οι λειτουργίες του αναπνευστικού συστήματος και γίνεται καλύτερη πρόσληψη οξυγόνου. Συγχρόνως αυξάνεται ο μεταβολισμός και ελέγχονται καλύτερα τα επίπεδα βάρους.

Σύμφωνα με διάφορες μελέτες που έχουν γίνει σε νέους σχετικά με τα οφέλη του αθλητισμού, η πρωταρχική αιτία, που αναφέρουν οι περισσότεροι για τη συμμετοχή τους, είναι ότι "περνάνε καλά". Είναι γεγονός ότι ο αθλητισμός ψυχαγωγεί τους νέους, προσφέρει κίνητρα εκμάθησης νέων δεξιοτήτων και βελτίωσης των ήδη υπαρχουσών. Συντελεί, επίσης, στην απόκτηση καλής φυσικής κατάστασης, ευεξίας και ικανοποιητικής, για το άτομο, εικόνας του σώματός του. Ακόμη περιλαμβάνει τη συνειδητοποίηση του "ανήκειν" σε μια ομάδα πειθαρχώντας, τη χαρά του συναγωνισμού και της δημιουργίας νέων σχέσεων, προάγοντας, έτσι, την κοινωνικότητα και την αυτογνωσία του.

Κατά παρόμοιο τρόπο επηρεάζεται η ψυχική διάθεση και η ενεργητικότητα και των ενήλικων ατόμων που γυμνάζονται. Έρευνες έχουν αποδείξει  ότι η φυσική δραστηριότητα βελτιώνει την ψυχολογία, μειώνοντας τα επίπεδα άγχους και στρες. Βελτιώνει τις διαταραχές διάθεσης όπως  την κατάθλιψη, τον θυμό και την εξάντληση και  αυξάνει την αυτοπεποίθηση σε συνδυασμό με την βελτίωση της εικόνας του σώματος.

Μια θεωρία σχετική με τα προνόμια της άσκησης υποδεικνύει ότι η άσκηση πυροδοτεί την παραγωγή των ενδορφινών. Αυτά τα φυσικά οπιούχα είναι χημικά παρόμοια με τη μορφίνη. Πιθανότατα παράγονται με σκοπό να ανακουφίσουν φυσιολογικά το σώμα από τον πόνο που αισθάνεται μετά από το σοκ της άσκησης. Οι ειδικοί, στην προσπάθειά τους να διερευνήσουν την πιθανότητα οι ενδορφίνες να βελτιώνουν και τη διάθεση, ανακάλυψαν ότι η άσκηση ενισχύει τη δραστηριότητα στο μετωπιαίο λοβό του εγκεφάλου και τον ιππόκαμπο. Δε γνωρίζουν με ποιον τρόπο ή για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό. Μέσα από έρευνες, όμως, που έγιναν σε ζώα βρέθηκε ότι η σωματική άσκηση αυξάνει τα επίπεδα της σεροτονίνης, της ντοπαμίνης και της νορεπινεφρίνης. Αυτοί οι νευροδιαβιβαστές, που εκκρίνονται από τις παραπάνω περιοχές του εγκεφάλου, έχουν συσχετιστεί με την  αύξηση της διάθεσης, με αποτέλεσμα η σωματική άσκηση να θεωρείται συγκρίσιμη με πολλά αντικαταθλιπτικά φάρμακα που έχουν τον ίδιο σκοπό.

Οι πιο σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τα οφέλη της άσκησης προέρχονται από τις θεωρίες που εστιάζουν στις έμμεσες επιδράσεις της. Μια ευρέως αποδεκτή άποψη υποστηρίζει ότι η σωματική άσκηση μας προσφέρει μια διέξοδο από τη στρεσογόνο συχνά καθημερινότητα, παρέχοντάς μας χαλάρωση και ηρεμία. Αποτελεί, με άλλα λόγια, μία καλή ευκαιρία για εμάς να εκτονωθούμε και, στη συνέχεια, να τονώσουμε την ψυχική μας υγεία, αναπτύσσοντας μια αίσθηση επάρκειας και αυτοαποτελεσματικότητας. Η προσωπική βελτίωση αλλά και η εκπλήρωση των στόχων για άσκηση, βελτίωση και επίτευξη, αποτελούν εσωτερικούς παράγοντες επιβράβευσης του ατόμου. Οι παράγοντες αυτοί συντελούν στην ενίσχυση της αυτοπεποίθησης και της αυτοεκτίμησης.

Μέχρι τότε, σκεφτείτε τη σωματική άσκηση σαν επιλογή, συμπεριλαμβάνοντάς την στον τρόπο ζωής σας, και περιμένετε υπομονετικά να δείτε τις επιδράσεις της. Μπορεί οι λειτουργίες της να μοιάζουν με διεγερτικά και αγχολυτικά φάρμακα, δεν είναι όμως τόσο άμεσα χρονικά αισθητές. Συγχρόνως, αναζητείστε κι άλλες διεξόδους από την καθημερινότητα, που θα μειώσουν τα αισθήματα δυσφορίας που νιώθετε και θα σας "ανεβάσουν" απλά τη διάθεση. Η σωματική άσκηση δε θα πρέπει να είναι για εσάς μονόδρομος, αν θέλετε να απολαύσετε τα οφέλη της στο μέγιστο βαθμό.

4 Ιανουαρίου 2017

Η δύναμη του θυμού.

Στην προσπάθειά τους να ορίσουν τα συναισθήματα οι ερευνητές, ανακάλυψαν ότι οι περισσότεροι ορισμοί βασίζονται σε συγκεκριμένες θεωρίες. Σε ένα άρθρο περιγράφονται 92 διαφορετικοί ορισμοί, οργανωμένοι σε 11 ξεχωριστές κατηγορίες. Ωστόσο, μπορούμε να μειώσουμε αυτόν τον αριθμό και να ασχοληθούμε με επιμέρους χαρακτηριστικά των συναισθημάτων, που πιθανότατα έχουν μεγαλύτερη σημασία.

3 Ιανουαρίου 2017

Η τρίτη ηλικία.

Η διαδικασία της γήρανσης είναι μια "βιολογική" πραγματικότητα, έχει τη δική της δυναμική και βρίσκεται, σε μεγάλο βαθμό, πέρα από τον ανθρώπινο έλεγχο. Ωστόσο, κάθε κοινωνία δίνει διαφορετικό νόημα στο γήρας. Στον ανεπτυγμένο κόσμο, η χρονολογική ηλικία παίζει κυρίαρχο ρόλο. Η ηλικία των 60 έως 65 ετών, περίπου ισοδύναμεί με τις ηλικίες συνταξιοδότησης στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες, λέγεται ότι είναι η αρχή του γήρατος. Σε πολλά μέρη του αναπτυσσόμενου κόσμου, η χρονολογική ηλικία έχει μικρή ή καμία σημασία για τον προσδιορισμό του γήρατος. Άλλες κοινωνικά κατασκευασμένες ερμηνείες της ηλικίας είναι πιο σημαντικές, όπως είναι οι ρόλοι που ανατίθενται στους ηλικιωμένους. Έτσι, σε αντίθεση με τα χρονολογικά ορόσημα που σηματοδοτούν τη ζωή, το γήρας σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες θεωρείται ότι αρχίζει από τη στιγμή που η ενεργός συμβολή του ατόμου δεν είναι πλέον δυνατή. 

Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουμε δημιουργήσει μια προκατασκευασμένη εικόνα για την τρίτη ηλικία και τους ηλικιωμένους ανθρώπους. Έχουμε συνδυάσει τις έννοιες αυτές με σωματικά και ψυχικά προβλήματα, όπως καρδιοπάθειες και οστεοπόρωση ή άνοια και κατάθλιψη, αντίστοιχα. Επίσης, η εξωτερική εικόνα που έχουμε στο μυαλό μας χαρακτηρίζεται συνήθως ως αρνητική, αφού περιλαμβάνει ρυτίδες και χαλαρωμένα σωματικά μέρη του σώματος που κάποτε προκαλούσαν έλξη. Όταν απευθυνόμαστε σε ένα ηλικιωμένο άτομο, τείνουμε να μιλάμε δυνατά και να χρησιμοποιούμε απλοϊκό λεξιλόγιο, όπως όταν απευθυνόμαστε σε ένα μικρό παιδί. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά και οι συμπεριφορές επηρεάζουν τον τρόπο που βλέπουμε έναν ηλικιωμένο κύριο ή κυρία και τον τρόπο που οι ίδιοι βλέπουν τον εαυτό τους. Μπορούμε εύκολα να συμφωνήσουμε με αυτό, αν σκεφτούμε τους λόγους για τους οποίους δε θέλουμε να μεγαλώσουμε. 

Στο Πανεπιστήμιο Yale στις Ηνωμένες Πολιτείες, η καθηγήτρια Becca Levy προσπάθησε να μελετήσει την επίδραση των κοινωνικών στερεότυπων στην τρίτη ηλικία, έτσι ώστε να δει κατά πόσο επηρεάζονται οι σωματικές και γνωστικές τους λειτουργίες. Σε μια πρόσφατη έρευνα, απέδειξε ότι τα στερεότυπα έχουν άμεσο αντίκτυπο στις ικανότητες και στη συμπεριφορά των ανθρώπων. Απέδειξε ακόμη ότι σε πολιτισμούς που εκτιμούν τους ηλικιωμένους, όπως στην Κίνα και την Ιαπωνία, οι άνθρωποι αυτοί αντιμετωπίζουν λιγότερα προβλήματα σχετικά με την απώλεια μνήμης. Το πείραμα που χρησιμοποίησε για να καταλήξει σε αυτά τα συμπεράσματα έχει μεγάλο ενδιαφέρον και αξίζει να το αναφέρουμε. Η Levy, λοιπόν, μέτρησε τη μνήμη συμμετεχόντων ηλικίας 65 ετών και άνω σε συνδυασμό με την ταχύτητα βαδίσματός τους. Στη συνέχεια, έκανε προβολή σε μία οθόνη μια σειρά από λέξεις, τόσο γρήγορα όσο χρειαζόταν για να τις απομνημονεύσουν ασυνείδητα. Μετά από λέξεις όπως "οδηγός", "μόρφωση" ή "σοφοί" που προβλήθηκαν, παρατηρήθηκε αύξηση στην ικανότητα της μνήμης και επιτάχυνση στο βάδισμά τους. Αντίθετα, λέξεις όπως "γεροντικός", "παρακμή" ή "έλλειψη", είχαν αρνητική επίδραση στη μνήμη τους και συγχρόνως, επιβράδυνση του βαδίσματος. 

Οι αλλαγές που συμβαίνουν στη ζωή ενός ατόμου που λέγεται ότι διανύει την τρίτη ηλικία μπορούν να εξετασθούν από διαφορετικές σκοπιές. Εμείς όμως θα αναφερθούμε περισσότερο στις αλλαγές και στις ανάγκες που αφορούν στην ψυχική του υγεία.  Πρώτο σημείο αναφοράς για την περίοδο αυτή λοιπόν, είναι το γεγονός ότι το άτομο αφήνει την επαγγελματική του ζωή στο παρελθόν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μη νιώθει παραγωγικός και ικανός να προσφέρει. Ακόμη, εκ των πραγμάτων, διαθέτει άπλετο χρόνο που τον αναλώνει στην αξιολόγηση του εαυτού του για τη συνολική του πορεία στο πλαίσιο της κοινωνικής του ζωής. Άλλα σημεία αναφοράς είναι η αλλαγή της εξωτερικής εικόνας του ατόμου, η μείωση της αποτελεσματικότητάς του, η εξασθένιση της μυϊκής του δύναμης και άλλων ικανοτήτων του, αλλά και πολλών γνωστικών λειτουργιών. Όλα αυτά δημιουργούν την αίσθηση στο ίδιο το άτομο ότι χάνει τον έλεγχο του εαυτό του, χάνει τον εαυτό του. 

Σύμφωνα με το εξελικτικό μοντέλο του Erikson, πιο συγκεκριμένα, κύρια ανάγκη κάθε ανθρώπου είναι η ανάπτυξη του συναισθήματος της πληρότητας και της προσωπικής ακεραιότητας. Κατά την αναζήτηση της προσωπικής ολοκλήρωσης, ο άνθρωπος έρχεται αντιμέτωπος με τον εαυτό του και είτε θα καταφέρει να τον αποδεχτεί είτε θα τον αξιολογήσει αρνητικά και θα καταλήξει στην απόγνωση. Με άλλα λόγια, υπό το πρίσμα της θεωρίας της ιεράρχησης των αναγκών του Maslow, το άτομο την περίοδο αυτή βρίσκεται στο στάδιο της αυτοπραγμάτωσης και προσπαθεί πλέον να ικανοποιήσει ανάγκες που θα τον κάνουν να νιώθει πλήρης, πραγματωμένος και ευτυχισμένος, συν των άλλων αναγκών που αφορούσαν κι άλλα στάδια προηγούμενων περιόδων (βασικών, ασφάλειας, κοινωνικής αποδοχής, αυτοεκτίμησης).

Οι ανάγκες και οι αλλαγές που περιγράφουμε είναι οικουμενικές. Ωστόσο, αν σκεφτούμε μία ηλικιωμένη κυρία που ζει στη Σουηδία και μία άλλη που ζει στην Ελλάδα, δε σχηματίζουμε αυτόματα την ίδια εικόνα. Μπορείτε να σκεφτείτε για ποιο λόγο; 

Οι λόγοι σίγουρα είναι πολλοί. Ένας από αυτούς είναι και το στερεότυπο που έχουμε δημιουργήσει για την τρίτη ηλικία, η αντίληψη με την οποία μεγαλώνουν γενιές και γενιές στη χώρα μας. Αν αντιληφθούμε, αντιθέτως, την περίοδο αυτή ως μια περίοδο που το άτομο είναι πιο ώριμο, πιο σοφό, έχει πια τη δυνατότητα να ξεκουραστεί και να απολαύσει απλά πράγματα και στιγμές με αγαπημένα πρόσωπα, τότε θα προσαρμοστούμε πιθανότατα πιο εύκολα σε αυτό το στάδιο. Σε όλα τα αναπτυξιακά στάδια υπάρχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Αν ψάξουμε τα θετικά της τρίτης ηλικίας και δώσουμε περισσότερη έμφαση σε αυτά, θα μπορέσουμε να βοηθήσουμε οικεία μας πρόσωπα να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες της ζωής τους, να αποδεχτούν τις αλλαγές που τους συμβαίνουν και να απολαύσουν απλά καθημερινά πράγματα που κάποτε δεν είχαν τον χρόνο να το κάνουν. Ίσως κάποια στιγμή, μειωθούν όλα αυτά τα αρνητικά που συνοδεύουν την περίοδο αυτή, κι ακόμα κι αν υπάρχουν, να μη μας καταβάλλουν και να μην καθιστούν την ενεργό συμβολή μας στην καθημερινότητα ανέφικτη. Ίσως κάποια στιγμή η εικόνα μια ηλικιωμένης Ελληνίδας πλησιάσει την εικόνα μιας κύριας που ζει στην Ευρώπη.

2 Ιανουαρίου 2017

Υπάρχει φιλία μεταξύ ανδρών και γυναικών;

Έναν από τους συχνούς καυγάδες μεταξύ των δύο φύλων αποτελεί το αν μπορεί να υπάρξει πραγματική φιλία μεταξύ ενός άνδρα και μιας γυναίκας. Παρατηρείται ως επί το πλείστον ότι οι άνδρες είναι αυτοί που αρνούνται κατηγορηματικά ότι υπάρχει, ενώ οι γυναίκες ίσως το κουβεντιάζουν και το αναλύουν λίγο περισσότερο. Ο διχασμός αυτός είναι απλά ένα ακόμη στοιχείο του διαρκούς πολέμου ανάμεσα στα δύο φύλα, που αντικατοπτρίζει το διαφορετικό τρόπο σκέψης τους, τα διαφορετικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και της ψυχοκοινωνική τους ωρίμανσης.

Οι διαφυλικές αυτές διαφορές εξηγούν τη διάθεση και τη συμπεριφορά των δύο φύλων σε διάφορα ζητήματα, όπως το γιατί οι γυναίκες έχουν πιο αναλυτική σκέψη ενώ οι άνδρες μια πιο ευρεία και συνολική αντίληψη της πραγματικότητας. Επίσης, αναφέρονται στους λόγους για τους οποίους οι γυναίκες είναι πιο συναισθηματικές παρά λογικές, στο γιατί οι άνδρες κουράζονται πιο εύκολα όταν ασχολούνται με πολλές και μικρές λεπτομέρειες και γενικότερα, στις διαφορετικές κοινωνικο-οικονομικές και πολιτιστικές επιδράσεις που έχουν δεχθεί κατά καιρούς τα δύο φύλα.

Καθώς οι κοινωνίες αλλάζουν και οι ρόλοι των δύο φύλων διαφοροποιούνται, παρατηρούμε ότι στην εποχή μας οι φιλίες είναι περισσότερο ετερόφυλες. Μέσα από έρευνες προκύπτει ότι στα μέσα του εικοστού αιώνα το ποσοστό των ανδρών που δήλωσαν ότι έχουν φιλική σχέση με γυναίκες ήταν μηδαμινό. Σαράντα χρόνια αργότερα όμως περίπου το 40% των ανδρών και το 30% των γυναικών ανέφερε ότι είχε στενές ετερόφυλες φιλίες. Φαίνεται, δηλαδή, ότι οι αλλαγές στην εξέλιξη των διαφυλικών σχέσεων οδήγησαν στην αποδοχή ότι το αντίθετο φύλο δεν αποτελεί μόνο μόνιμο ή περιστασιακό ερωτικό σύντροφο.

Ανεξάρτητα από τις διαφυλικές διαφορές, η απάντηση που θα δοθεί στο ερώτημα εξαρτάται και από τις εμπειρίες μας. Είναι πολλοί στο χώρο που πιστεύουν ότι "ό, τι είμαστε είναι οι εμπειρίες μας". Παρατηρείται, λοιπόν, κάποιοι να απαντούν με βάση την εμπειρία τους πως "ναι, υπάρχει φιλία μεταξύ ανδρών και γυναικών" και άλλοι, με βάση την τραυματική αντίθετα εμπειρία τους, το αρνούνται απόλυτα. Στο σημείο αυτό, πρέπει να επισημάνουμε ότι οι εμπειρίες είναι μοναδικές και δεν επαναλαμβάνονται, οπότε καλά θα κάνουμε να μην είμαστε απόλυτοι.

Οι αντιλήψεις για τη φιλία, ωστόσο, αλλάζουν και ανάλογα με την ηλικία μας. Ξεκινώντας από μικρή ηλικία, φίλος μας είναι κάποιος που παίζει μαζί μας και μας δίνει πολλά παιχνίδια. Μεγαλώνοντας, φίλος μας γίνεται κάποιος που μας φέρεται καλά και μας δίνει χαρά το παιχνίδι μαζί του. Κατά την περίοδο της εφηβείας και αργότερα, φίλο μας αποτελεί κάποιος που μπορούμε να του μιλήσουμε, να του πούμε τα προβλήματά μας και να μας καταλάβει. Πέρα από τους λόγους που επιλέγουμε έναν φίλο, φαίνεται ότι από μικρή ηλικία προτιμούμε τις ομόφυλες παρέες. Τα αγόρια, συνήθως, παίζουν παιχνίδια σε μεγαλύτερες ομάδες, ενώ τα κορίτσια προτιμούν παιχνίδια σε πιο στενό κύκλο. Αργότερα, γύρω στα 10 με 11 χρόνια, αποφεύγονται εντονότερα οι ετερόφυλες παρέες, ενώ στην εφηβεία  αρχίζει μια διαδικασία προσέγγισης του αντίθετου φύλου. Η φιλία όμως μεταξύ των δύο φύλων δεν νοείται εύκολα, εφόσον δεν υπήρχε μέχρι αυτήν την ηλικία πρότυπο τέτοιας φιλίας.

Εφόσον η προσέγγιση ξεκινά κατά την εφηβεία, οπότε ξεκινά και η ερωτική έλξη προς το αντίθετο φύλο, υπάρχει σημαντική πιθανότητα μια φιλική σχέση να μετατραπεί σε ερωτική. Μια μεγάλη έρευνα, όπου ερωτήθηκαν σχετικά με το τι τους αρέσει και τι όχι στις φιλίες μεταξύ ανδρών και γυναικών, έδειξε ότι στις γυναίκες δεν αρέσει κυρίως η σεξουαλική ένταση που υπάρχει. Απεναντίας, οι άνδρες απάντησαν ότι η σεξουαλική έλξη ήταν ένας βασικός λόγος για να ξεκινήσουν μια φιλία με μια γυναίκα και ότι κάτι τέτοιο θα έδινε περισσότερο βάθος στη σχέση τους. Γεγονός είναι ότι το 62% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι η σεξουαλική ένταση ήταν παρούσα στις φιλικές σχέσεις τους με το άλλο φύλο.

Η φιλική σχέση ορίζεται ως μια στενή, αμοιβαία και σχετικά σταθερή στο χρόνο συναισθηματική σχέση μεταξύ δύο ίσων ατόμων. Όταν πρόκειται για μια ετερόφυλη φιλική σχέση ο κίνδυνος της ανισότητας μεταξύ τους είναι υπαρκτός. Θέματα δύναμης ή εξουσίας, όταν, για παράδειγμα, θα προσπαθήσει ο φίλος σου να σε προστατέψει από ενοχλητικούς που σε διεκδικούν, τότε η μορφή της φιλίας σας μπορεί να αλλοιωθεί. Μπορεί να γοητευτείς από τη συμπεριφορά του και σταδιακά να επαναπροσδιορίσεις τον τρόπο που βλέπεις το φίλο σου.

Ο επαναπροσδιορισμός των ρόλων των δύο φύλων έχει ως αποτέλεσμα την όλο και συχνότερη συνύπαρξη τους σε περιβάλλοντα που δεν είναι απαραίτητα ερωτικά φορτισμένα, καθιστώντας την ετερόφυλη φιλία ακόμα πιο εφικτή. Από την άλλη μεριά, οι ευκαιρίες για αλληλεπίδραση των δύο φύλων είναι λίγες, όπως προκύπτει από παρατήρηση των ομάδων. Αν προσέξουμε κάποια στιγμή, θα παρατηρήσουμε ότι σε πάρτι ή σε χώρους διασκέδασης, οι άνδρες και οι γυναίκες ακόμα είναι συσπειρωμένοι σε διαφορετικά σημεία, διαμορφώνοντας ομόφυλες παρέες. Η κοινωνία μας ίσως, λοιπόν, δεν είναι έτοιμη να δεχθεί την ετερόφυλη φιλία, γι’ αυτό και πολλές φορές οι στενές σχέσεις ανάμεσα σε ανθρώπους του αντίθετου φύλου βρίσκονται στο στόχαστρο των ερωτήσεων και των σχολίων των άλλων: "Σίγουρα είναι απλώς φιλία;". Τέτοιου είδους αμφισβητίες από τους "άλλους" είναι πιθανό να μας οδηγήσουν στο να αμφισβητήσουμε κι εμείς οι ίδιοι τη σχέση μας: "Μήπως δε με βλέπει τελικά μόνο σαν φίλη του;".

Ξεκάθαρη απάντηση στο ερώτημα, συνεπώς, δεν υπάρχει. Αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι ότι η σταθερή ύπαρξη των φιλικών σχέσεων στη ζωή μας ευνοεί την ψυχική και σωματική μας υγεία, πχ. θεραπεύει το στρες και την κατάθλιψη, μειώνει τα εμφράγματα.  Οι φιλίες προσφέρουν χαρά, στοργή, συναισθηματική υποστήριξη, δίνουν τη δυνατότητα στο άτομο να μοιράζεται σκέψεις και συναισθήματα ελεύθερα. Ο φίλος μπορεί να προσφέρει ενσυναίσθητη κατανόηση, να αφιερώσει χρόνο για να μας ακούσει, να συζητήσει μαζί μας και να συμβάλλει στην επίλυση κάποιου προβλήματός μας.

Μέσα από την επικοινωνία και την ανατροφοδότηση δύο φίλων, συλλέγουμε πληροφορίες για τον εαυτό μας, ενισχύουμε την αυτογνωσία μας. Όταν πρόκειται για ετερόφυλη πραγματική φιλία, τότε τα οφέλη είναι ιδιαίτερα. Συλλέγουμε πληροφορίες για τον τρόπο σκέψης και τη συμπεριφορά του άλλου φύλου. Βελτιώνουμε έτσι την επικοινωνία μας με αυτό, αφού άνδρες και γυναίκες μαθαίνουμε να κατανοούμε τις ομοιότητες και να αποδεχόμαστε τις διαφορές μας. Αν, λοιπόν, αποδεσμευτούμε από προκαταλήψεις και στερεότυπα που αφορούν στις ετερόφυλες φιλίες, τότε θα καταφέρουμε να δημιουργήσουμε και να διατηρήσουμε μία τέτοια, όπως και να γευθούμε τα προνόμιά της.

1 Ιανουαρίου 2017

Η ψυχολογία των οπαδών.

Αναλογιζόμενοι το θέμα της επιθετικότητας στον αθλητισμό και τις αμέτρητες σχετικές δηλώσεις που συναντάμε στον τύπο ή στην καθημερινότητά μας, θα προσπαθήσουμε να μπούμε στη θέση των θεατών, έτσι ώστε να κατανοήσουμε τη συμπεριφορά τους. Είναι αναγκαίο, αρχικά, να διαχωρίσουμε, τους θεατές μεταξύ τους, διότι δεν αντιδρούν όλοι με τον ίδιο τρόπο. Συνήθως ποικίλλουν ανάλογα με τον τρόπο που υποστηρίζουν μια αθλητική ομάδα ή ξοδεύουν το χρόνο και τα χρήματά τους. Αν δεχθούμε όμως ότι υπάρχουν δύο είδη θεατών, τότε μπορούμε να μιλάμε για του φιλάθλους και τους οπαδούς. Σύμφωνα με οποιοδήποτε εννοιολογικό λεξικό, φίλαθλος είναι αυτός που αγαπά τον αθλητισμό και αυτός που συμβαδίζει με τις αρχές και τα ιδεώδη του αθλητισμού (αθλητικό πνεύμα). Οπαδός είναι αυτός που υποστηρίζει πρόσωπα, ιδέες, θεσμούς ή αθλητικές ομάδες στην προκειμένη περίπτωση. Η ρίζα του οπαδού είναι το "οπάζω" που σημαίνει ακολουθώ ή καταδιώκω. 

Οι οπαδοί είναι άτομα που έχουν δεσμευτεί από μικρή ηλικία απέναντι σε μια συγκεκριμένη ομάδα, τραγουδούν συνθήματα, κάνουν τατουάζ στο σώμα τους, δεν ικανοποιούνται με την παρακολούθηση του αγώνα από τον καναπέ τους, ακολουθούν την ομάδα τους σε εκτός έδρας παιχνίδια και, γενικά, χρησιμοποιούν τα χρήματά τους για να εκφράσουν την, κατά κάποιον τρόπο, ανιδιοτελή αγάπη τους προς την ομάδα. Οι περισσότεροι οπαδοί διατηρούν το πάθος τους για την ομάδα ανεξάρτητα από την πορεία της και τις νίκες που σημειώνει. Ωστόσο, παρατηρείται ότι ακόμα και ο πιο πιστός οπαδός δοκιμάζεται, όταν τα πράγματα δεν πηγαίνουν πολύ καλά για την αγαπημένη του ομάδα. Κοινωνικοί και αθλητικοί ψυχολόγοι ασχολούνται συχνά με τον προσδιορισμό των αντιδράσεων των οπαδών σε συνάρτηση με την απόδοση της ομάδας, όπως και με τα ψυχολογικά οφέλη της συμμετοχής τους σε διάφορα επεισόδια.

Είναι γενικώς παραδεκτό ότι η σχέση μεταξύ της συμπεριφοράς των οπαδών και της ψυχικής τους υγείας είναι αμφίδρομη. Οι οπαδοί φανατίζονται για την ομάδα τους αναζητώντας στην ουσία προσωπική ικανοποίηση. Ικανοποιούν την ανάγκη του να ανήκουν σε μια ομάδα (αθλητική και κοινωνική). Η ομάδα είναι γι’ αυτούς το θέμα που τους ενώνει και κινητοποιεί τις αντιδράσεις τους, ενισχύοντας την αίσθηση της συντροφικότητας. Το πιο σημαντικό κοινωνικο-ψυχολογικό φαινόμενο είναι ότι ξεφεύγουν από τους φυσιολογικούς ρυθμούς της καθημερινότητας και τις κοινωνικές αναστολές, καθώς εκφράζονται και πανηγυρίζουν ελεύθερα. Οι συνήθεις περιορισμοί στη συμπεριφορά, όπως τα παγιωμένα πρότυπα, ο αυτοέλεγχος και η αυτογνωσία, δεν είναι πλέον παρόντα, προκαλώντας τους οπαδούς να ενεργούν με βάση τα άμεσα συναισθήματα και τα κίνητρα τους, χωρίς σκέψεις που θα μπορούσαν να εμποδίζουν διαφορετικά τη συμπεριφορά τους.

Από την άλλη, έρευνες έχουν αποδείξει ό,τι εμπειρικά έχουμε παρατηρήσει όλοι μας. Έπειτα από μια νίκη, οι οπαδοί αισθάνονται καλύτερα για τις ικανότητές τους, ακόμα και για το σεξαπίλ τους, αισθάνονται περισσότερη αυτοπεποίθηση και δηλώνουν "κερδίσαμε", συμπεριλαμβάνοντας και τον εαυτό τους στη νίκη. Έπειτα από μια ήττα, δείχνουν απαισιόδοξοι, η αυτοεκτίμηση και η αυτό-αξία τους μειώνεται, ενώ δηλώνουν "έχασαν", απομακρύνοντας τον εαυτό τους από την ήττα.

Η απόδοση μιας ομάδας μπορεί να έχει αντίκτυπο και σε σωματικό επίπεδο. Έχει παρατηρηθεί ότι η τεστοστερόνη και η αίσθηση της δύναμης που σχετίζεται με αυτήν αυξάνονται, καθώς οι φίλαθλοι πανηγυρίζουν μια νίκη, και μειώνονται, όταν η ομάδα τους χάνει. Συγκεκριμένα, σε δείγμα Βραζιλιάνων ποδοσφαιρόφιλων αυξήθηκε η τεστοστερόνη κατά 27,6%, όταν νίκησαν την ιταλική αντίπαλό τους ενώ στους ηττημένους Ιταλούς φιλάθλους η τεστοστερόνη μειώθηκε κατά 26,7%. Σύμφωνα με τους ερευνητές, η αύξηση της τεστοστερόνης μπορεί να είναι εν μέρει υπεύθυνη και για τις χουλιγκανικές συμπεριφορές. Αύξηση τεστοστερόνης δεν συμβαίνει στον καθένα, υπογραμμίζουν οι ερευνητές, αλλά μόνο στους φανατικούς οπαδούς (Το Βήμα, 2004).

Οι έντονες αντιπαλότητες, ο εθνικισμός και η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ είναι οι κύριοι παράγοντες οι οποίοι συμβάλλουν στην εκδήλωση βίας ανάμεσα στους οπαδούς. Κάθε αθλητικό γεγονός παρακολουθείται από άτομα που μπορούν να πυροδοτήσουν τη βία μεταξύ οπαδών. Αυτά τα άτομα παρουσιάζουν υψηλές βαθμολογίες στην προδιάθεση της προσωπικότητας για θυμό και σωματική επιθετικότητα. Ελκύονται από τη βία και τις διαμάχες μεταξύ των οπαδών και έχουν μια λανθασμένη αντίληψη σχετικά με την προθυμία των άλλων οπαδών να συμμετάσχουν σε πράξεις βίας (Cox, 2004). Κάτι ακόμα που ενισχύει την εκδήλωση της βίας είναι το γεγονός ότι κάθε άτομο κατά τη διάρκεια ενός αγωνίσματος γίνεται αυτόματα μέλος του πλήθους ή της μάζας, αποκτώντας έτσι ιδιαίτερη δύναμη. Σύμφωνα, δηλαδή, με την ψυχολογία της μάζας, η συνειδητή προσωπικότητα του ατόμου εξαφανίζεται αυτόματα και η συμπεριφορά και τα συναισθήματά του αλλάζουν απότομα, επηρεαζόμενα από το πλήθος.

Παρ’ όλα αυτά, η συμμετοχή στον αθλητισμό ως θεατές είναι σημαντική, αφού μας δίνει τη δυνατότητα να μοιραστούμε εμπειρίες με φίλους ή/και συγγενείς. Όταν οι οπαδοί δεν εμμένουν στα αποτελέσματα των αγωνισμάτων, μπορούν να απολαύσουν την αίσθηση της ομαδικής εργασίας, την αξία της εξάσκησης, την έννοια του παιχνιδιού μέσα από κανόνες και αρχές σεβασμού, τη νίκη ή την ήττα με αξιοπρέπεια. Ακόμα και οι γονείς, δηλαδή, είναι καλό να ωθούν τα παιδιά τους με τον τρόπο αυτό στο να υποστηρίζουν μια ομάδα, ενισχύοντας, έτσι, τη σύσφιξη των οικογενειακών σχέσεων και δίνοντας στα παιδιά ανάλογα μαθήματα. Δε θα πρέπει, επίσης, να ξεχνάμε ότι δε μας εγγυάται κανείς ότι η ομάδα μας θα κερδίσει. Διαφορετικά, αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα, για κάποιους οπαδούς, όπως και συμβαίνει, τα περισσότερα παιχνίδια  να τελειώνουν με έναν μη ικανοποιητικό γι’ αυτούς τρόπο. Για το λόγο αυτό, ως οπαδοί ή φίλαθλοι ή όπως τελικά αποφασίσετε εσείς ότι θέλετε να αποκαλείστε, θα ήταν καλό να συνειδητοποιήσετε ότι κάποτε θα αισθανθείτε ευχαρίστηση κάποτε απογοήτευση και πόνο σε σχέση με τα αποτελέσματα ενός αγωνίσματος. Αυτό δε θα πρέπει, όμως, να επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την καθημερινότητα σας ή τις σχέσεις με τους άλλους, πόσο μάλλον να οδηγείστε σε ακραίες αντιδράσεις.

16 Απριλίου 2016

Το πένθος στα παιδιά και πως να το αντιμετωπίσετε.

Η γέννηση και ο θάνατος είναι οι σημαντικότερες στιγμές της ζωής μας. Τη μεν γέννηση την αντιμετωπίζουμε με ιδιαίτερο ενθουσιασμό, στο δε θάνατο "γυρίζουμε την πλάτη μας". Αδιαμφισβήτητα, είναι πάντα άσχημο το συναίσθημα που βιώνουμε όταν χάνουμε κάποιον που αγαπάμε. Αυτό είναι κάτι φυσιολογικό. Στην προσπάθεια, όμως, άρνησης ή κατανόησης του θανάτου έχουν δημιουργηθεί κατά καιρούς διάφορες προκαταλήψεις, οι οποίες εκφραζόμενες σε όλη τους την ισχύ, καθιστούν το πένθος "παθολογικό". Αυτό που αναδεικνύεται, δηλαδή, ως σημαντικό είναι ότι η στάση μας και οι αντιλήψεις μας απέναντι στο θάνατο επηρεάζουν σημαντικά τον αντίκτυπο του θανάτου στα παιδιά. 

Ως πένθος ορίζεται η λύπη και το κενό που αισθανόμαστε εξαιτίας της απουσίας ενός προσώπου. Ο αντίκτυπος του πένθους δεν είναι δεδομένος σε κάθε παιδί αλλά ποικίλει αρκετά ανάλογα με τη συναισθηματική του αντίδραση, η οποία κυμαίνεται από αδιαφορία μέχρι υπέρτατη θλίψη ή άγχος. Η κατανόηση ενός θανάτου για ένα νέο άτομο ξεκινά ως αφηρημένη έννοια ενός αποχωρισμού, έτσι ώστε καθώς θα αναπτύσσεται η έννοια αυτή να γενικεύεται και να επεκτείνεται, συμπεριλαμβάνοντας κι άλλες αφηρημένες έννοιες, όπως το αμετάκλητο του ανθρώπινου θανάτου, την έννοια της δικαιοσύνης και της αδικίας και πιθανά συναισθήματα, όπως η ενοχή. Το να ξεπεράσει ένα παιδί το πένθος αντανακλά σε μία γκάμα πολλών συναισθηματικών και γνωστικών παραγόντων, όπως είναι το φύλο, η ηλικία και η προσωπικότητα. Αυτοί οι ενδογενείς παράγοντες, σε συνδυασμό με την οικογένεια απαιτούν πρόσβαση σε κοινωνική υποστήριξη και πηγές της πολιτείας, και σίγουρα επιδρούν στην ικανότητα του ατόμου να αντιμετωπίζει το πένθος.

Το πολυποίκιλο εύρος του πένθους είναι καλά τεκμηριωμένο, και μπορεί να προκληθεί από το θάνατο ενός συγγενή ή κάποιον κάπως άγνωστο για το παιδί. Ένας ξαφνικός και τραυματικός θάνατος μπορεί να προκαλέσει περισσότερο θρήνο από ότι ένας αναμενόμενος, επικείμενος θάνατος. Σημαντικότερο παράγοντα, ωστόσο, αποτελεί η οικειότητα που είχε το παιδί με το εκλιπόν πρόσωπο. Όσο πιο συναισθηματικά δεμένο ήταν το παιδί μαζί του τόσο πιο οδυνηρή θα είναι η απώλειαΕπίσης, προηγούμενη εμπειρία σε κηδεία ή τελετουργική πράξη σε συνάρτηση με την πρόσβαση σε κατάλληλη υποστήριξη επιδρούν στη σοβαρότητα του πένθους.

Έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις για το αν τα παιδιά είναι σε θέση να παρουσιάζουν αντιδράσεις πένθους και προκύπτει ότι είναι δυνατό να παρουσιάσουν από πολύ νωρίς, από την ηλικία των 6 μηνών. Ένα παιδί μέχρι την ηλικία των 18-24 μηνών δεν αντιλαμβάνεται πλήρως ότι ένα άλλο πρόσωπο έχει μια ξεχωριστή ύπαρξη από τη δική του. Επομένως, πριν από την ηλικία αυτή, η αντίληψη της έννοιας του θανάτου μπορεί να υπάρχει, αλλά είναι πολύ ατελής. Μεταξύ της ηλικίας των δύο και πέντε ετών έχει επιτευχθεί εσωτερικά η μονιμότητα του αντικειμένου και το παιδί έχει καλύτερη αλλά ατελή αντίληψη της έννοιας του θανάτου και της οριστικότητάς του. Τα παιδιά αυτής της ηλικίας παρουσιάζουν μερικές από τις αντιδράσεις θρήνου του ενηλίκου όμως υπάρχει ο κίνδυνος να πιστεύουν ότι η απώλεια είναι δική τους ευθύνη ή οφείλεται στο δικό τους κακό εαυτό. Τα παιδιά αυτής της ηλικίας πιστεύουν ότι αυτός που πέθανε μπορεί να γυρίσει ή ότι εξακολουθεί να ζει, να σκέφτεται και να αισθάνεται εκεί που βρίσκεται. Δεν συνειδητοποιούν ότι το σώμα που πέθανε δε λειτουργεί.

Μεταξύ της ηλικίας των πέντε και επτά ετών το παιδί έχει μια σαφέστερη αντίληψη του θανάτου, διότι υπάρχει η σχετική γνωστική ανάπτυξη. Όμως δεν μπορεί να επεξεργαστεί τα έντονα συναισθήματα που προκαλούνται από την απώλεια. Τα παιδιά αυτής της ηλικίας φαίνεται να είναι ιδιαίτερα εύθραυστα και ευάλωτα, επειδή η γνωστική τους ανάπτυξη είναι επαρκής για να αντιληφθούν τη μονιμότητα του θανάτου και τις επιπτώσεις του. Οι κοινωνικές τους όμως δεξιότητες δεν είναι αρκετά αναπτυγμένες, ώστε να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της απώλειας. Από την ηλικία των επτά μέχρι την εφηβεία το παιδί αρχίζει να παρουσιάζει αντιδράσεις πένθους που μοιάζουν με εκείνες του ενηλίκου. Αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι όλοι οι άνθρωποι, ακόμη και το ίδιο, είναι θνητοί και ότι ο θάνατος είναι μια σταθερή βιολογική πορεία της ζωής.

Μερικές από τις συχνότερες και απόλυτα φυσιολογικές εκδηλώσεις θρήνου στα παιδιά είναι:

  • Η άρνηση.
  • Η δυσπιστία (το παιδί θέλει να πιστέψει απελπισμένα ότι όλα είναι μόνο ένας εφιάλτης).
  • Η θλίψη.
  • Τα ξεσπάσματα θυμού ή δακρύων (πολλές φορές για ασήμαντο λόγο).
  • Διάφοροι φόβοι (φόβος αποχωρισμού από αγαπημένα πρόσωπα, φόβος για το σκοτάδι, κλπ).
  • Αλλαγές στις συνήθειες του ύπνου και του φαγητού.
  • Αλλαγές στη συμπεριφορά (απομόνωση, εσωστρέφεια, επιθετικότητα, μείωση της απόδοσης στο σχολείο, ριψοκίνδυνη συμπεριφορά, κλπ).
  • Η εκδήλωση συμπεριφορών προηγούμενων σταδίων ανάπτυξης (πιπίλα, ενούρηση, εξάρτηση από ενήλικες).
  • Η επίμονη αναζήτηση του ατόμου που πέθανε και συνεχείς σκέψεις γύρω από το θάνατό του.
  • Ενοχές για το θάνατο του αγαπημένου προσώπου.
  • Αίσθημα ανακούφισης, όταν έχει προηγηθεί παρατεταμένη περίοδος άγχους εξαιτίας του επικείμενου θανάτου.
  • Σωματικά συμπτώματα (πονοκέφαλοι, στομαχικές διαταραχές, αναπνευστικά προβλήματα, έξαρση αλλεργιών, κλπ).
  • Έντονες και παρατεταμένες σωματικές ενοχλήσεις ή άρνηση για το σχολείο.
Το κάθε παιδί έχει το δικό του τρόπο να θρηνεί. Δεν υπάρχει σωστός ή λάθος τρόπος. Ο θρήνος, ως μια απόλυτα φυσιολογική αντίδραση, βοηθά το παιδί να αποδεχθεί την πραγματικότητα της απώλειας και να προσαρμοστεί σ’ αυτήν. Επίσης, το παιδί μπορεί να θρηνεί σε δόσεις, δηλαδή κατά διαστήματα, καθώς δεν μπορεί να αντέξει για μεγάλο χρονικό διάστημα τα οδυνηρά συναισθήματα. Άλλωστε ο θρήνος αναβιώνει σε επόμενα στάδια της εξέλιξής του (κοινωνικά, συναισθηματικά, νοητικά). Επομένως, ενώ τη μια στιγμή μπορεί να είναι θλιμμένο, την αμέσως επόμενη παίζει ή γελάει. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι αδιαφορεί ή έχει ξεπεράσει τη θλίψη του. Εκφράζεται έμμεσα στο παιχνίδι του, στις ζωγραφιές του, μέσα από τις αλλαγές στη συμπεριφορά του, στον ύπνο, στο φαγητό, στο σπίτι ή στο σχολείο και σπανιότερα μέσω του λόγου.

Όσον αφορά στην παρέμβαση, καλό θα ήταν να προλάβουμε κάποιες καταστάσεις μετριάζοντας έτσι την εμπειρία του πένθους. Για να προετοιμάσουμε τα παιδιά για το θάνατο μπορούμε να συζητάμε μαζί τους γι’ αυτό, εξηγώντας το οδυνηρό συναίσθημα και δείχνοντας ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε το θάνατο. Έτσι, μετά την εμπειρία του θανάτου, ο σημαντικότερος υποστηρικτής, ο γονέας οφείλει να ενημερώσει έγκαιρα και αξιόπιστα για την απώλεια, ώστε να κατανοήσει τι έχει συμβεί στο αγαπημένο του πρόσωπο. Μπορεί να το ενθαρρύνει να εκφράσει τα συναισθήματά του, να διατηρήσει ζωντανή την ανάμνηση του αγαπημένου του προσώπου συμμετέχοντας με το παιδί, στο βαθμό που επιθυμεί, στο οικογενειακό πένθος και να το κάνει να αισθάνεται ότι μπορεί να συνεχίσει τη ζωή του και να επενδύσει σε άλλες σχέσεις.

Ένας ακόμη σημαντικός υποστηρικτής είναι ο εκπαιδευτικός. Μπορεί να σταθεί αρωγός για το παιδί και την οικογένεια με το να εκφράσει τη λύπη του σε προσωπικό επίπεδο και να δηλώσει τη διαθεσιμότητά του σε οτιδήποτε μπορεί να βοηθήσει. Διατηρεί μια πιο συχνή επικοινωνία με το οικογενειακό περιβάλλον, ώστε να υπάρχει ανταλλαγή πληροφοριών και ενημέρωση για την προσαρμογή του παιδιού τόσο στο σχολείο όσο και στο σπίτι μετά την απώλεια, ενθαρρύνει τη συμμετοχή του παιδιού σε εκδηλώσεις, εκδρομές, γιορτές κλπ. Μπορεί να ακούσει το παιδί, αν απευθυνθεί σε αυτόν με κατανόηση και αποδοχή αλλά να σεβαστεί και την επιλογή του παιδιού, αν δε θελήσει να μοιραστεί κάτι μαζί του. Τέλος, παρατηρεί το παιδί έχοντας στο μυαλό του ότι πιθανές αλλαγές στη συμπεριφορά ή στην επίδοση, ακόμη και μετά από πολύ καιρό, μπορεί να συνδέονται με την απώλεια.

Από όλα τα παραπάνω, γίνεται αντιληπτό ότι "το πένθος χρειάζεται χώρο" προκειμένου να ζήσουμε μαζί του, αφού αυτό αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ζωής μας. Θα πρέπει να θυμόμαστε ότι δεν πρόκειται για ασθένεια και, όσον αφορά ειδικά στα παιδιά, η απώλεια που βιώνουν αποτελεί μέρος της φυσική εξέλιξης της ζωής. 

9 Απριλίου 2016

Διαχείριση σελιδοδεικτών σε Google Chrome και Mozilla Firefox.

Σε προηγούμενό μας άρθρο είχαμε αναφερθεί στον αποκλεισμό διαφημίσεων σε Google Chrome και Mozilla Firefox. Σήμερα θα ασχοληθούμε με τους σελιδοδείκτες. Οι σελιδοδείκτες, bookmarks αγγλιστί, είναι αποθηκευμένες διευθύνσεις ιστοσελίδων στον browser που κάνουν ευκολότερη την πρόσβασή μας σε αγαπημένους ιστότοπους. Αντί να πληκτρολογήσουμε τη διεύθυνση μιας σελίδας που επισκεπτόμαστε συχνά, μπορούμε να την έχουμε αποθηκευμένη ως σελιδοδείκτη και επομένως, διαθέσιμη με ένα κλικ. Έτσι, στη συνέχεια του άρθρου θα δείξουμε πως μπορούμε να δημιουργήσουμε, να οργανώσουμε, να εισάγουμε και να επαναφέρουμε σελιδοδείκτες στο Google Chrome και το Mozilla Firefox.

Google Chrome

Δημιουργία Σελιδοδεικτών.

Αρχικά, ανοίγουμε το Google Chrome. Αν η γραμμή σελιδοδεικτών δεν εμφανίζεται, πατάμε ταυτόχρονα "Ctrl + Shift + B" και παρατηρούμε το μήνυμα "Για γρήγορη πρόσβαση, τοποθετήστε τους σελιδοδείκτες σας στη γραμμή σελιδοδεικτών". To "Ctrl" βρίσκεται στο κάτω αριστερό μέρος του πληκτρολογίου και το "Shift" ακριβώς από πάνω του.


2 Απριλίου 2016

Εύρεση βασικών πληροφοριών του υπολογιστή μας.

Κάθε υπολογιστής αποτελείται από πολλά συστατικά μέρη, το καθένα με τα δικά του χαρακτηριστικά. Πολλές φορές κρίνεται αναγκαίο να γνωρίζουμε αυτά τα χαρακτηριστικά, καθώς και βασικές πληροφορίες για το λειτουργικό μας σύστημα. Στο σημερινό άρθρο θα ασχοληθούμε με την εύρεση όλων αυτών μέσα από τα Windows, χωρίς δηλαδή τη χρήση τρίτων προγραμμάτων που επιβαρύνουν τον υπολογιστή μας. 

Στα παραδείγματα που ακολουθούν χρησιμοποιούνται τα Windows 10 αλλά η διαδικασία είναι παρόμοια και σε προηγούμενες εκδόσεις. 

Ποιο λειτουργικό σύστημα χρησιμοποιώ και ποια η έκδοσή του; 

Πηγαίνουμε στον "Πίνακα Ελέγχου" και στο πεδίο "Προβολή κατά" επιλέγουμε "Μικρά εικονίδια".